Ένα από τα πιο πολύτιμα κοινά αγαθά που μοιραζόμαστε στην Ευρώπη είναι η ποικιλία των διατροφικών συνηθειών μας. Η πράσινη πολιτική για τα τρόφιμα στόχο έχει τη διατήρηση αυτής της κληρονομιάς. Οι άνθρωποι πρέπει να διατηρούν και να απολαμβάνουν το υγιεινό, νόστιμο και τοπικό φαγητό. Αλλά αν οι Ευρωπαίοι αγρότες εγκαταλείπουν την ποικιλομορφία των παραδοσιακών τους φυτικών και ζωικών ειδών, εάν οι αλιείς εξαντλούν τα τοπικά αλιευτικά αποθέματα που τα παραδοσιακά είδη δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα και εάν οι καταναλωτές χάσουν το ενδιαφέρον τους για το τι καταναλώνουν, τότε θα καταστραφεί η ίδια η βάση της διατροφικής μας κουλτούρας και της ασφάλειας των τροφίμων.
Οι Ευρωπαίοι πολίτες προτιμούν να γνωρίζουν από που προέρχεται το φαγητό τους, ποια είναι η μεταχείριση των ζώων και ποια πρόσθετα μπορεί να έχουν αναμιχθεί στην τροφή τους.
Η πράσινη πολιτική για τις φάρμες, τα ψάρια και το φαγητό στοχεύει στη δημιουργία μιας αμοιβαίας ευθύνης μεταξύ των αλιέων, των γεωργών και των καταναλωτών. Οι κανόνες ανταγωνισμού πρέπει να βελτιωθούν με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να τεθεί ένα τέρμα στη συγκέντρωση ισχύος στην αγορά στον τομέα των τροφίμων και να ενισχυθούν οι περιφερειακές και τοπικές αγορές.
Ένα μεγάλο μερίδιο της διατροφής μας αποτελείται από επεξεργασμένα τρόφιμα. Ενώ δαπανάται όλο και λιγότερος χρόνος στην προετοιμασία των τροφίμων μας, καταναλώνουμε όλο και πιο τεχνικά πρόσθετα όπως συντηρητικά, γαλακτωματοποιητές, ενισχυτικά γεύσης και αρώματα. Παγκόσμιες εταιρείες τροφίμων εμποδίζουν τους αγρότες, τους αλιείς και τους καταναλωτές από τη λήψη ή την καταβολή δίκαιων τιμών στα τρόφιμα. Παγκοσμίως υπάρχουν μόνο περίπου 120 εταιρείες που αγοράζουν τρόφιμα και όμως ασκούν πλήρη έλεγχο στην αγορά των τροφίμων και χρησιμοποιούν τη ισχύ τους για να αποφασίζουν σχετικά με την πρόσβαση των αγροτών στην αγορά.
Για να μπορούν οι καταναλωτές να κάνουν τη σωστή επιλογή όταν αγοράζουν τα τρόφιμά τους και για να έχουμε ποιοτικά προϊόντα στις αγορές, είναι απαραίτητο να έχουμε αποτελεσματικές επιθεωρήσεις και ελέγχους και ευανάγνωστη σήμανση στα προϊόντα. Οι κανόνες για τις ενδείξεις προέλευσης, οι οποίοι ανταποκρίνονται στα τοπικά πρότυπα ποιότητας, θα πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να αποφευχθεί η τυχόν παραπλάνηση των καταναλωτών (π.χ. “περιφερειακό” τυρί από εισαγόμενο γάλα). Η αναγραφή του τόπου προέλευσης δεν πρέπει να περιορίζεται σε φρούτα, λαχανικά, ψάρι ή βοδινό κρέας. Η σήμανση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε και τα αυγά, το κρέας και το γάλα που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένες ζωοτροφές να αναγνωρίζονται από τους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου για μόλυνση.
Το Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών έχει θέσει επανειλημμένα θέμα για τη συνεχιζόμενη αδράνεια της Κυπριακής Δημοκρατίας στο θέμα της εφαρμογής όλων των δυνατών μέτρων αντιμετώπισης των «νέων τροφίμων», δηλαδή των κλωνοποιημένων και των γενετικά τροποποιημένων.
Η Κυβέρνηση αρνείται να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και να κηρύξει τη χώρα μας περιοχή ελεύθερη από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς ενώ το νομοσχέδιο των Οικολόγων για ραφοποίηση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων καθυστερεί αδικαιολόγητα να εφαρμοστεί.
Αλεξία Σακαδάκη
Γενική Γραμματέας
Νεολαίας Οικολόγων (ΝΕ.ΟΙ.)